September 22, 2010

Eργατικη πρωτομαγιά ( 1 )

Όπως ο πανικός του 1873 σφράγισε τη γέννηση του συνειδητού εργατικού κινήματος σε εθνική κλίμακα, έτσι σφράγισε και τη γέννηση μιας πρακτικής και ρεαλιστικής αντίληψης για το σοσιαλισμό -αντίληψης που επρόκειτο να αντικαταστήσει τους απόμακρους ουτοπικούς πόθους των πρώτων σοσιαλιστών που περιορίζονταν σε “υψηλές” διανοουμενίστικες συζητήσεις και ρομαντικά δοκίμια. Από κείνη την εποχή οι σοσιαλιστές, αντί να τρέφουν ιδεαλιστικές ελπίδες για το αύριο, άρχισαν να δρουν για το σήμερα, οργανώνοντας διαδηλώσεις πεινασμένων, διαδηλώσεις ανέργων, απεργίες, μαζικές συγκεντρώσεις και πολιτικές καμπάνιες. Αρχικά λειτούργησαν μέσα από το Εργατικό Κόμμα των Η.Π.Α. που είχε ιδρυθεί το 1876 και που έπαιξε σημαντικό ρόλο στις απεργίες των σιδηροδρομικών το 1877, ιδιαίτερα στο Σικάγο και το Σαιν Λούις. Μετά την αποτυχία αυτών των απεργιών το Εργατικό Κόμμα αναδιοργανώθηκε και μετονομάστηκε σε Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα που είχε σαν πρωταρχική του λειτουργία την πολιτική δράση, άσχετο αν διατήρησε φιλικές σχέσεις με τα συνδικάτα. Όταν έγινε αυτή η αλλαγή, η Εθνική Εκτελεστική Επιτροπή του Σ.Ε.Κ. διέταξε να σταματήσουν οι μαζικές συγκεντρώσεις για να παρουσιάσει στα νομοθετικά σώματα προτάσεις σχετικές με την καθιέρωση του οκτάωρου, αποφάσεις για την κατάργηση όλων των απαγορευτικών νομοσχεδίων και για την αγορά από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση σιδηροδρομικών και τηλεγραφικών γραμμών. Παρόλα αυτά, το σοσιαλιστικό κίνημα στην Αμερική αντικατόπτριζε το σχίσμα της Πρώτης Διεθνούς -οι φράξιες που δημιουργήθηκαν διαχωρίστηκαν με αφορμή θέματα τακτικής και μεθοδολογίας.

Οι Διεθνιστές υποστήριζαν τον μυστικό εξοπλισμό και την άμεση προετοιμασία για την κοινωνική επανάσταση, ενώ ο συνδικαλισμός και η πολιτική θα χρησίμευαν σαν επικουρικές δραστηριότητες που έπρεπε να βρίσκονται κάτω από αυστηρή επιτήρηση από φόβο μήπως οδηγήσουν στο προδοτικό ρεύμα του οπορτουνισμού. Οι Λασσαλικοί, από την άλλη μεριά, ζητούσαν τη σταδιακή δημιουργία μιας νέας κοινωνίας μέσω της εκπαίδευσης, της πολιτικής οργάνωσης και της κοινοβουλευτικής διαδικασίας. Οι Λασσαλικοί ελέγχανε για μερικά χρόνια την πολιτική του κόμματος και τόλμησαν ακόμα και στο Σικάγο, το παραδοσιακό οχυρό του συνδικαλισμού και των επαναστατικών στοιχείων, να ταχτούν υπέρ της συμμετοχής στις εκλογές. Γρήγορα λοιπόν ξέσπασε μια διαμάχη όσον αφορά τις αγωνιστικές εργατικές οργανώσεις. Η μεγαλύτερη από αυτές, η Lehr und Wehr Verein, είχε δημιουργηθεί από γερμανούς σοσιαλιστές του Σικάγου το 1875, με στόχο να προστατευθούν ενάντια στους τραμπουκισμούς των παλαιότερων κοινοβουλευτικών κομμάτων. Η ανάγκη για την ύπαρξη αυτής της προστασίας αποδείχτηκε αργότερα κατά τη διάρκεια της απεργίας των επιπλοποιών τον Ιούλιο του 1877, όταν η αστυνομία επιτέθηκε με εξωφρενική κτηνωδία ενάντια σε ειρηνικές συγκεντρώσεις. Η Εθνική Εκτελεστική Επιτροπή του Σ.Ε.Κ., με το να απαρνηθεί όλες τις αγωνιστικές οργανώσεις, συγκρούστηκε ακόμα περισσότερο με τα επαναστατικά στοιχεία του Σικάγου. Η εχθρότητα αυτή έγινε εντονότερη το 1880 μετά την παταγώδη αποτυχία των σοσιαλιστών στις εκλογές. Επιπλέον, ο μοναδικός σοσιαλιστής δημοτικός σύμβουλος που εκλέχτηκε ξανά στο Σικάγο δεν κατάφερε να αναλάβει τα καθήκοντά του λόγω της παρασκηνιακής χειραγώγησης από μέρος του Δημοκρατικού δημοτικού συμβουλίου, οπότε οι επαναστάτες τόνισαν το πόσο μάταιο ήταν να κατακτηθεί η νέα κοινωνία μέσα από τις κάλπες. Οι τάξεις των επαναστατών πλήθυναν χάρη στην προσχώρηση πάρα πολλών γερμανών εργατών που διαφωνούσαν με το αντισοσιαλιστικό διάταγμα του 1878, γεγονός που κατέληξε σε μια συνδιάσκεψή τους που έγινε στο Σικάγο τον Οκτώβριο του 1881. Πριν από την άφιξη του Γιόχαν Μοστ στην Αμερική, δεν ήταν τόσο ισχυρό το κίνημα των επαναστατικών ομάδων.

Η εμφάνιση του Μοστ -υποστηρικτή των απόψεων του Μπακούνιν και του Νετσάγιεφ, και ιδρυτή της Διεθνούς Οργάνωσης Εργαζομένων, γνωστής ως “Μαύρης Διεθνούς”- παραγκώνισε τους κοινοβουλευτικούς σοσιαλιστές. Στα θεωρητικά θέματα ο Μοστ δεν ήταν καθαρός αναρχικός, παρόλα αυτά, στην πράξη υποστήριξε την αναρχική τακτική της τεροριστικής δράσης ενάντια στην Εκκλησία και το Κράτος, δράση που πραγματοποιείται από το άτομο με δική του πρωτοβουλία, ώστε να μην διακινδυνεύσει ολόκληρο το κίνημα αν συλληφθεί ο δράστης της μεμονωμένης πράξης. Πίστευε ότι μόνο τα όπλα μπορούσαν να εξασφαλίσουν στους εργάτες κάποια ισότητα απέναντι στην αστυνομία και το στρατό. Πρότεινε τη δημιουργία σώματος οπλοφόρων και την εξολόθρευση της “άθλιας φάρας”, της “φάρας των ερπετών”, της “ράτσας των παράσιτων”. Σε μια μπροσούρα του με τίτλο “Το Κτήνος της Ιδιοκτησίας” διακήρυξε ότι δεν θα έπρεπε να γίνει κανένας συμβιβασμός με την τωρινή κοινωνία, αλλά θα έπρεπε να εξαπολυθεί ανελέητος πόλεμος, μέχρι που να “καταδιωχθεί, ως το τελευταίο του κρησφύγετο και να καταστραφεί ολοκληρωτικά” το κτήνος της ιδιοκτησίας. Παρακινημένοι από την αγκιτάτσια του Μοστ, οι εκπρόσωποι των επαναστατικών αντικοινοβουλευτικών ομάδων από 26 πόλεις συγκεντρώθηκαν στο Πίτσμπουργκ στις 14 Οκτωβρίου 1883 για να αναδιοργανώσουν τη Διεθνή Ένωση Εργατών. Και σ΄ αυτή την περίπτωση, υπάρχουν πάλι δύο ξεχωριστά στοιχεία συνενωμένα μόνο από την αντίθεσή τους ως προς την πολιτική δράση. Οι αντιπρόσωποι από τη Νέα Υόρκη και τις ανατολικές Πολιτείες με πρώτο και καλύτερο το Γιόχαν Μοστ, υποστήριξαν την ατομικιστική αναρχική τακτική, ενώ οι αντιπρόσωποι από το Σικάγο και απ’ τις δυτικές Πολιτείες, καθοδηγούμενοι από τους Άλμπερτ Πάρσονς και Ώγκαστ Σπάιζ, υποστήριξαν κάποιο μείγμα αναρχισμού και συνδικαλισμού που τελικά έμεινε γνωστό σαν “Ιδέα του Σικάγου”.

Η παραλλαγή αυτή πλησίαζε περισσότερο τον συνδικαλισμό παρά τον αναρχισμό, στο βαθμό που αναγνώριζε το συνδικάτο σαν “εμβρυακή ομάδα” της μελλοντικής κοινωνίας και σαν μονάδα μάχης ενάντια στον καπιταλισμό. Παρόλα αυτά, τα συνδικάτα δεν επρόκειτο να αγωνιστούν για τα επιφανειακά και οπορτουνιστικά προνόμια των μεγάλων μισθών και του μικρού ωραρίου, δεν θα έμεναν ικανοποιημένα παρά μόνο με τον πλήρη αφανισμό του καπιταλισμού και τη δημιουργία της ελεύθερης κοινωνίας. Ο συνδικαλισμός, στον αγώνα του ενάντια στον καπιταλισμό, δεν θα κατέφευγε στην πολιτική δράση αλλά αντίθετα θα δυσπιστούσε απέναντι σε κάθε κεντρική εξουσία και θα διαφύλαττε κάθε προσπάθεια ενάντια στην προδοτική ηγεσία. Θα συγκέντρωνε την προσοχή του στην απευθείας δράση των μελών της βάσης. Δύο μονάχα βασικές αρχές απόμεναν για να εναρμονιστεί απόλυτα η “Ιδέα του Σικάγου” με το σύγχρονο συνδικαλισμό: η Γενική Απεργία και το Σαμποτάζ, απόψεις που εκείνη την εποχή δεν αναπτύχθηκαν θεωρητικά. Μια και η φράξια των δυτικών Πολιτειών ήταν μεγαλύτερη απ’ όλες τις άλλες, το συνέδριο επικύρωσε τη σπουδαιότητα του συνδικαλισμού. Και η απευθείας δράση -η βία- ήταν η τακτική που θα εφαρμοζόταν. Η πλατφόρμα της Διεθνούς που δημοσιεύτηκε στο “Συναγερμό” -εφημερίδα του Σικάγου με εκδότη τον Πάρσονς- έλεγε, ανάμεσα σ’ άλλα τα εξής: “Η σημερινή κοινωνική τάξη πραγμάτων βασίζεται στη ληστεία των μη-ιδιοκτητών από μέρους των ιδιοκτητών, οι καπιταλιστές εξαγοράζουν το μόχθο των φτωχών προσφέροντας μισθούς που αρκούν μονάχα για την επιβίωση, απορροφώντας ολόκληρη την υπεραξία... Μ’ αυτό τον τρόπο, ενώ οι φτωχοί στερούνται ολοένα και περισσότερο τις δυνατότητες εξέλιξης, οι πλούσιοι θησαυρίζουν ληστεύοντας ολοένα και περισσότερο...

Το σύστημα αυτό είναι άδικο, παράλογο και καταστροφικό. Άρα εκείνοι που υποφέρουν κάτω απ’ αυτό το σύστημα και δεν θέλουν να είναι υπεύθυνοι για τη συνέχισή του πρέπει να πολεμήσουν για την καταστροφή του με όλα τα μέσα και με όλες τους τις δυνάμεις. Οι εργάτες δεν μπορούν να ζητήσουν βοήθεια από καμιά εξωτερική πηγή στον αγώνα τους ενάντια στο τωρινό σύστημα· πρέπει να πετύχουν την απελευθέρωσή τους με τις δικές τους μόνο προσπάθειες. Μέχρι τώρα, καμιά προνομιούχα τάξη δεν παραιτήθηκε από την τυραννία, και οι σημερινοί καπιταλιστές δεν παραιτήθηκαν ποτέ από τα προνόμιά τους κι από την εξουσία τους χωρίς να εφαρμόσουν κατασταλτικά μέτρα... Είναι λοιπόν αυτονόητο ότι ο αγώνας του προλεταριάτου ενάντια στη μπουρζουαζία πρέπει να έχει βίαιο χαρακτήρα, ότι οι διαμάχες που αφορούν τις διάφορες μισθολογικές αυξήσεις δεν μπορούν να οδηγήσουν στον τελικό στόχο... Σ’ αυτές τις συνθήκες, υπάρχει μονάχα μια λύση -η βία... Η αγκιτάτσια για οργάνωση, για οργανώσεις με σκοπό την εξέγερση, στην περίπτωση βέβαια που οι εργάτες θα πετάξουν τις αλυσίδες τους”. Πρόκειται για πρόγραμμα που διακήρυττε χωρίς προσχήματα την καταστροφή της υπάρχουσας οικονομικής και πολιτικής τάξης πραγμάτων, ένα πρόγραμμα που δεν θα μπορούσε να περάσει απαρατήρητο.

Στο Σικάγο, χάρη στη μεγάλη ιστορία των βιαιοπραγιών της αστυνομίας, πάρα πολλοί εργάτες προσχώρησαν στη Διεθνή - τελικά η συμμετοχή της πόλης αυτής ξεπερνούσε το 1/3 των 5.000-6.000 μελών της. Οι πιο ικανοί και εύστροφοι ηγέτες της Διεθνούς στο Σικάγο ήταν ο Πάρσονς, ο Σπάιζ, ο Σάμουελ Φήλντεν και ο Μάικελ Στσουώμπ. Οι Διεθνιστές του Σικάγου έβγαζαν πέντε εφημερίδες: το “Συναγερμό”, δεκαπενθήμερη εφημερίδα στα αγγλικά με κυκλοφορία 2.000 φύλλων, την “Εργατική Εφημερίδα του Σικάγου”, ημερήσια στα γερμανικά, με εκδότη τον Σπάιζ και με κυκλοφορία 3.600 φύλλων, την “Fackel”, την “Vorbote” και την “Budoucnost” που γράφονταν στη βοημική διάλεκτο. Αυτός ο επαναστατικός πυρήνας διείσδυσε γρήγορα στο συνδικαλιστικό κίνημα. Επηρεασμένο απ’ αυτόν τον πυρήνα το τοπικό Συνδικάτο Καπνεργατών, τον Ιούνιο του 1884, κάλεσε όλα τα συνδικάτα της πόλης να αποχωρήσουν από τη συντηρητική Συνασπισμένη Επαγγελματική και Εργατική Συνέλευση και να οργανώσουν ένα Κεντρικό Εργατικό Συνδικάτο με καθαρά αγωνιστική πολιτική.

Τέσσερα συνδικάτα γερμανών εργατών απάντησαν στο κάλεσμα -οι μεταλλουργοί, οι εργάτες των σφαγείων, οι ξυλεργάτες και οι επιπλοποιοί- και αποδέχτηκαν μια κοινή διακήρυξη αρχών: “όλη η γη αποτελεί κοινωνική κληρονομιά, ο πλούτος είναι δημιούργημα της εργασίας, δεν μπορεί να υπάρχει καμία αρμονία ανάμεσα στους εργάτες και το κεφάλαιο, κάθε εργάτης οφείλει να αποσπαστεί από τα καπιταλιστικά πολιτικά κόμματα και ν’ αφοσιωθεί στο συνδικάτο”. Από την αρχή το Κεντρικό Εργατικό Συνδικάτο βρισκόταν σε συνεννόηση με την ομάδα των Διεθνιστών. Άλλωστε το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα εξακολουθούσε να υποστηρίζει τη Συνασπισμένη Επαγγελματική και Εργατική Συνέλευση. Για ένα χρόνο η ανάπτυξη του νέου Κεντρικού Εργατικού Συνδικάτου ήταν μικρή, παρόλα αυτά, στο τέλος του 1885 είχαν προσχωρήσει σε αυτό 13 συνδικάτα, ενώ η Συνασπισμένη Συνέλευση διατηρούσε 19.

Ύστερα από λίγους μήνες όμως, τον Απρίλιο του 1885, συμμετείχαν στο Κεντρικό Εργατικό Συνδικάτο 22 συνδικάτα από τα οποία τα 11 ήταν τα μεγαλύτερα στην πόλη. Διατήρησε την επαφή του με τη Διεθνή και προσχώρησε στις διαδικασίες της, συμμετέχοντας στις μαζικές συγκεντρώσεις της. Άρχισε μια έντονη αγκιτάτσια για την καθιέρωση του οκτάωρου, παρόλο που όσον αφορά τα κίνητρα διέφερε από τη συντηρητική Συνασπισμένη Συνέλευση και τους Ιππότες της Εργασίας - δεν θεωρούσε σημαντική τη μείωση της εργάσιμης ημέρας αλλά τη δημιουργία κοινού εργατικού μετώπου και την πάλη των τάξεων. Ύστερα από εισήγηση του Σπάιζ, τον Οκτώβριο του 1885, υιοθέτησε την ακόλουθη απόφαση: “Απόφασή μας είναι να κάνουμε έκκληση στην τάξη των μισθωτών να πάρει τα όπλα για να προβάλει στους εκμεταλλευτές της το μοναδικό επιχείρημα που μπορεί να θεωρηθεί αποτελεσματικό: ΒΙΑ. Μολονότι περιμένουμε ελάχιστα από την καθιέρωση του οκτάωρου, υποσχόμαστε με πίστη να βοηθήσουμε τα αδέλφια μας που βρίσκονται σε μειονεκτικότερη θέση σ’ αυτή την ταξική πάλη με όλα τα μέσα και τη δύναμη που διαθέτουμε, εφόσον κι αυτοί θα συνεχίσουν να διατηρούν ένα ανοιχτό και αποφασισμένο μέτωπο ενάντια στους κοινούς μας καταπιεστές, τους αριστοκράτες αλήτες και τους εκμεταλλευτές. Η πολεμική μας κραυγή είναι: “θάνατος στους εχθρούς του ανθρώπινου γένους!”

Στο Σικάγο, την πρωτοβουλία για την καθιέρωση του οκτάωρου την ανέλαβε ο Σύνδεσμος για την Καθιέρωση του Οκτάωρου, στον οποίο συμμετείχαν η Συνασπισμένη Συνέλευση, το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα και οι Ιππότες της Εργασίας - παρόλο που το Κεντρικό Εργατικό Συνδικάτο συνεργάστηκε ενεργητικά. Την τελευταία Κυριακή πριν από την Πρωτομαγιά οργανώθηκε μια τεράστια διαδήλωση για το οκτάωρο στην οποία πήραν μέρος 25.000 άτομα και μίλησαν οι Πάρσονς, Σπάιζ, Φήλντεν και Στσουώμπ. Όταν έφτασε η μέρα του αγώνα, τα περισσότερα μέλη της κίνησης για την καθιέρωση του οκτάωρου υποστήριξαν τα συνθήματα του Κεντρικού Εργατικού Συνδικάτου και της Διεθνούς.